|
|

ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Η διαχείριση και αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων είναι ζητήματα που συνδέονται άμεσα με τη βιώσιμη / αειφορική ανάπτυξη, καθώς από αυτά εξαρτώνται σημαντικά περιβαλλοντικά ζητήματα με σημαντικότερο αυτό της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής.
Η ενέργεια δεν μπορεί ούτε να δημιουργηθεί από το μηδέν, αλλά και ούτε να καταστραφεί. Απλώς, αλλάζει από τη μια μορφή στην άλλη - είτε με φυσικές διεργασίες είτε τεχνητά με διάφορους τρόπους που έχει επινοήσει ο άνθρωπος - με την απαραίτητη προϋπόθεση, ότι κατά τη διάρκεια αυτής της μετατροπής υπάρχει πάντα απώλεια ενέργειας, συνήθως με τη μορφή θερμότητας.
Η ενέργεια μπορεί να είναι αποθηκευμένη σε κάποιο σύστημα. Για παράδειγμα, η μηχανική ενέργεια μπορεί να υπάρχει αποθηκευμένη ως δυναμική ενέργεια (ενέργεια ελαστικής παραμόρφωσης ελατηρίου). Η ενέργεια μπορεί να είναι μεταβατική, δηλαδή, ενέργεια σε κίνηση, π.χ. η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι μια μορφή ενέργειας που κινείται με την ταχύτητα του φωτός. Οι αποθηκευμένες μορφές ενέργειας μπορούν να μετατραπούν σε μεταβατική ενέργεια. Για παράδειγμα, το ηλεκτρικό ρεύμα (κίνηση ηλεκτρονίων σε κάποιο αγωγό) είναι η μεταβατική μορφή της ηλεκτρικής ενέργειας. Η βασική μορφή ενέργειας στην οποία καταλήγουν όλες οι άλλες μορφές της, είναι η θερμική ενέργεια.
Η κατανάλωση ενέργειας προϋποθέτει την ύπαρξη μιας πηγής από την οποία αντλείται. Οι ενεργειακές πηγές ταξινομούνται: α) σε πρωτογενείς ή δευτερογενείς και β) σε συμβατικές ή ανανεώσιμες.
Πρωτογενείς πηγές ή μορφές ενέργειας είναι αυτές που συναντώνται άμεσα στη φύση, π.χ. πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.λπ. Οι δευτερογενείς ενεργειακές μορφές είναι αυτές που λαμβάνονται από τη μετατροπή πρωτογενών πηγών, π.χ. ο ηλεκτρισμός, η βενζίνη κ.λπ.
Σε σχέση με τη δεύτερη ταξινόμηση (συμβατικές – ανανεώσιμες), συμβατικές ή μη ανανεώσιμες πηγές είναι το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, το κάρβουνο και η πυρηνική ενέργεια. Ως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρούνται η ηλιακή, η αιολική, η γεωθερμία και η βιομάζα.
Οι μονάδες που χρησιμοποιούνται για τον ποσοτικό καθορισμό της ενέργειας είναι δύο τύπων. Αυτές που περιγράφουν ποσά ενέργειας και αυτές που περιγράφουν τη ροή της προσφερόμενης ή μετατρεπόμενης ή μεταφερόμενης ή χρησιμοποιούμενης ενέργειας.
Στην πρώτη κατηγορία χρησιμοποιούνται οι εξής μονάδες μέτρησης: βαρέλι ισοδύναμου πετρελαίου, τόνο ισοδύναμου πετρελαίου (ΤΙΠ), ηλεκτρική κιλοβατώρα, θερμίδα, τζάουλ. Στη δεύτερη κατηγορία χρησιμοποιούνται οι εξής μονάδες μέτρησης: εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου ανά ημέρα, ηλεκτρικές κιλοβατώρες ανά έτος, χιλιοθερμίδες ανά ώρα.
Η παραγωγή και η κατανάλωση της ενέργειας συνδέεται άμεσα με το βιοτικό επίπεδο και την ανάπτυξη της κοινωνίας. Ο άνθρωπος κατά την ιστορική του πορεία αναγκάστηκε να χρησιμοποιεί, σταδιακά, ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας, για να μπορεί να καλύπτει τις αυξανόμενες ενεργειακές του ανάγκες.
Μέχρι το 1850 η κύρια πηγή ενέργειας ήταν το ξύλο. Τα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1910 το ξύλο αντικαταστάθηκε από τον άνθρακα. Στο διάστημα από το 1910 έως το 1960 ο άνθρακας παραχώρησε τη θέση του στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο, πηγές ενέργειας με μικρότερο κόστος και πιο εύχρηστες. Επίσης, άρχισε να χρησιμοποιείται και η πυρηνική ενέργεια, η οποία αποτελεί στην ουσία μορφή ενέργειας αποθηκευμένη στο χημικό στοιχείο του ουρανίου. Όμως, η πυρηνική ενέργεια είναι υπεύθυνη για προβλήματα ρύπανσης του περιβάλλοντος, ενώ τα διάφορα πυρηνικά ατυχήματα (π.χ. στο Τσερνομπίλ το 1986) είχαν ως αποτέλεσμα απώλειες ανθρώπινων ζωών, τερατογενέσεις και την εγκατάλειψη πόλεων και χωριών.
Η μεγάλη αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και των οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά και η βελτίωση του οικονομικού επιπέδου έχουν οδηγήσει σε αλματώδη αύξηση της ενεργειακής ζήτησης. Ωστόσο, η μείωση των αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, γαιάνθρακες), καθώς και η ανησυχία για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της χρήσης τους οδήγησε στην εντατικοποίηση της έρευνας για άλλες μορφές ενέργειας. Έτσι, άρχισε η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Α.Π.Ε.), οι οποίες δεν ρυπαίνουν και έχουν το δυναμικό για την παραγωγή ποσών ενέργειας που μπορούν να ικανοποιήσουν μεγάλο ποσοστό των ενεργειακών αναγκών του πλανήτη.
|
|