ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ

  Γεωργία επιστροφή

Το 35% της παράκτιας ζώνης είναι γεωργική γη (βλ. χερσαία οικοσυστήματα). Οι παράκτιες πεδιάδες είναι ιδιαίτερα παραγωγικές, διότι έχουν γόνιμα εδάφη, πλούσιους υδάτινους πόρους (από υδροφόρα στρώματα) και ήπιο κλίμα που ευνοεί την καλλιέργεια φυτών με μεγάλη οικονομική αξία (π.χ. εσπεριδοειδή, λαχανικά). Η γεωργική δραστηριότητα στην ελληνική παράκτια ζώνη μειώνεται διαρκώς λόγω της ανάπτυξης του τουρισμού.

Εικόνα 41: Το φαινόμενο της βιοσυσσώρευσης DDT σε μια τροφική αλυσίδα

Πηγή: http://kentsimmons.uwinnipeg.ca

Επιπτώσεις στο παράκτιο περιβάλλον
Η εντατική ανάπτυξη της γεωργίας τις προηγούμενες δεκαετίες προκάλεσε την ανάγκη για δημιουργία περισσότερων καλλιεργήσιμων εκτάσεων που επιτεύχθηκε με αποξηράνσεις υγρότοπων και εκτροπές ποταμών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, την απώλεια σημαντικών ενδιαιτημάτων και τη μείωση της βιοποικιλότητας σε αυτές τις περιοχές (ερημοποίηση). Η αποψίλωση των παράκτιων δασών για τη δημιουργία γεωργικής γης προκάλεσε αυξημένη διάβρωση του εδάφους και μεταφορά ιζημάτων στο θαλάσσιο περιβάλλον. Τα ιζήματα αυτά αυξάνουν τα αιωρούμενα σωματίδια στην υδάτινη στήλη και μειώνουν τη διαπερατότητα του φωτός, επηρεάζοντας έτσι τη φωτοσύνθεση και την παραγωγή οξυγόνου. Επίσης, τα ιζήματα που μεταφέρονται στο νερό από τη χέρσο λόγω της αυξημένης διάβρωσης του εδάφους, περιέχουν θρεπτικά συστατικά που προκαλούν φαινόμενα ευτροφισμού.
Ευτροφισμός προκαλείται και από τα λιπάσματα, που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, τα οποία περιέχουν θρεπτικά άλατα αζώτου και φωσφόρου και μέσω της επιφανειακής απορροής με τα νερά της βροχής καταλήγουν τελικά στη θάλασσα. Ο ευτροφισμός αυξάνει την πρωτογενή παραγωγικότητα, μειώνει την περιεκτικότητα του νερού σε οξυγόνο και υποβαθμίζει τη βιοποικιλότητα του θαλάσσιου οικοσυστήματος. Τα εντομοκτόνα και τα παρασιτοκτόνα που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των ασθενειών στα καλλιεργήσιμα φυτά και για την αύξηση της γεωργικής παραγωγής έχουν, επίσης, ως τελικό αποδέκτη το θαλάσσιο περιβάλλον προκαλώντας εξαιρετικά τοξικές επιδράσεις στους υδρόβιους οργανισμούς. Μέσω της τροφικής αλυσίδας, οι βλαβερές αυτές ουσίες συσσωρεύονται στους ιστούς των οργανισμών (βιοσυσσώρευση), και κυρίως, σε αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας (βλ. εικόνα 41). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εκτεταμένη χρήση του DDT που ξεκίνησε το 1940 και μέσα σε 20 χρόνια μπορούσε να ανιχνευθεί παντού στη βιόσφαιρα. Η χρήση του DDT έχει απαγορευθεί στις περισσότερες χώρες ήδη από το 1969-70, αλλά ανιχνεύεται ακόμη στα οικοσυστήματα.

Προτάσεις - Λύσεις

Οι επιβλαβείς επιδράσεις των γεωργικών δραστηριοτήτων στα υδάτινα οικοσυστήματα μπορούν να περιοριστούν με την ορθολογική χρήση λιπασμάτων και εντομοκτόνων. Πριν τη χρήση οποιονδήποτε ουσιών πρέπει να γίνεται εμπεριστατωμένη μελέτη από γεωπόνο για να προσδιοριστούν οι πραγματικές ανάγκες του εδάφους και έτσι να χρησιμοποιηθεί ο κατάλληλος τύπος και η κατάλληλη ποσότητα λιπάσματος. Η χρήση λιπασμάτων και εντομοκτόνων δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε εκτάσεις που βρίσκονται σε πλαγιές με κλίση, διότι εκεί είναι ευκολότερη η μεταφορά των ουσιών αυτών προς τη θάλασσα. Η χρήση σύγχρονων λιπασμάτων που έχουν ελεγχόμενες ποσότητες θρεπτικών συστατικών, καθώς και εντομοκτόνων πιο φιλικών στο περιβάλλον (π.χ. εντομοκτόνα με φυσικά λιπαρά οξέα) θα μειώσει τις επιβλαβείς επιδράσεις αυτών των μεθόδων. Επίσης, η δημιουργία ουδέτερων ζωνών με μόνιμη βλάστηση μεταξύ των καλλιεργούμενων εκτάσεων και των επιφανειακών υδάτων (θάλασσα, λίμνες, ποτάμια) θα δεσμεύσουν την περίσσεια θρεπτικών αλάτων και θα ελαττώσουν τη συσσώρευση βλαβερών ουσιών στα υδάτινα οικοσυστήματα.

Η εφαρμογή εναλλακτικών μεθόδων, όπως ο βιολογικός έλεγχος (χρήση φυσικών ή βιολογικά μεταλλαγμένων μικροοργανισμών που προκαλούν ασθένειες στα έντομα και στα παράσιτα των φυτών) μπορεί να προσφέρει κάποια λύση για τη μείωση χρήσης εντομοκτόνων, εάν και εφόσον εξασφαλιστεί, πως η απελευθέρωση τέτοιων υβριδίων στο φυσικό περιβάλλον δεν θα είναι βλαβερή για τη βιοποικιλότητα του οικοσυστήματος. Η προώθηση των βιολογικών καλλιεργειών, κατά τις οποίες δε χρησιμοποιούνται λιπάσματα και γεωργικά φάρμακα, μπορεί να εφοδιάσει την αγορά με τρόφιμα καλύτερης ποιότητας και να ελαχιστοποιήσει την επιβάρυνση των γεωργικών τεχνικών στο περιβάλλον. Η αμειψισπορά είναι μια παλιά μέθοδος κατά την οποία η εναλλαγή των καλλιεργειών με ψυχανθή φυτά μπορεί να επιτύχει το φυσικό εμπλουτισμό του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά (νιτρικά άλατα) και να περιορίσει τη χρήση λιπασμάτων.