ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ

  Ναυσιπλοΐα – Θαλάσσιες μεταφορές – Εμπόριο επιστροφή

Εικόνα 40: Δραστηριότητες της βιομηχανίας πετρελαίου στη Μεσόγειο

Πηγή: Clark, R.B., 1999. Marine Pollution. Oxford University Press.

Τα λιμάνια και το παράκτιο οδικό δίκτυο καλύπτουν τις ανάγκες μεταφοράς υλών, προϊόντων (εμπόριο) και επιβατών (τουρισμός). Η μεταφορά εμπορευμάτων με πλοία παραμένει ο φτηνότερος τρόπος διακίνησης μεγάλων ποσοτήτων αγαθών σε μεγάλες αποστάσεις. Η ναυσιπλοΐα είναι μια από τις σημαντικότερες οικονομικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, καθώς συνδέει την ηπειρωτική με τη νησιωτική χώρα.

Επιπτώσεις στο παράκτιο περιβάλλον
Η ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας (βλ. εικόνα 40) είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της συχνότητας των θαλάσσιων μεταφορών και, κατά συνέπεια την αύξηση των διαρροών πετρελαίου και χημικών στη θάλασσα εξαιτίας ατυχημάτων. Πολύ πρόσφατο παράδειγμα στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας (Απρίλιος 2007) είναι το ατύχημα του επιβατηγού πλοίου Sea Diamond, που προσέκρουσε σε βράχια στην καλντέρα της Σαντορίνης προκαλώντας σημαντική ρύπανση και υποβάθμιση του θαλάσσιου οικοσυστήματος που ακόμα δεν έχει πλήρως διασαφηνιστεί. Σημαντικά παραδείγματα ατυχημάτων που προκάλεσαν διαρροές πετρελαίου στη θάλασσα τα τελευταία 40 χρόνια παγκοσμίως παρουσιάζονται στον πίνακα 1. Παρολαυτά, τα ατυχήματα ευθύνονται μόνο για το 20% του πετρελαίου που καταλήγει στη θάλασσα. Ο καθαρισμός των δεξαμενών των πλοίων και η απόρριψη του έρματος (ποσότητες νερού που χρησιμοποιούνται για σταθερότητα, όταν το πλοίο ταξιδεύει άδειο) από δεξαμενές που πριν περιείχαν πετρέλαιο ή χημικά είναι επίσης σημαντικές αιτίες ρύπανσης της θάλασσας. Αξίζει να σημειωθεί ότι καθημερινά 2,600 τόννοι πετρελαίου αδειάζονται με τον παράνομο αυτό τρόπο στη Μεσόγειο θάλασσα, κάτι που σε διάρκεια ενός χρόνου ισοδυναμεί με 15 ατυχήματα της τάξεως του Prestige (διαρροή 63.000 τόννοι πετρελαίου - βλ. πίνακας 1). Το πετρέλαιο είναι τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι τα χημικά που χρησιμοποιούνται για να διαλύσουν μια πετρελαιοκηλίδα είναι πιο τοξικά από το ίδιο το πετρέλαιο. Τα πιο τοξικά συστατικά του πετρελαίου είναι οι αρωματικοί υδρογονάνθρακες, οι οποίοι ευτυχώς εξατμίζονται γρήγορα στην ατμόσφαιρα, οπότε η τοξική τους δράση είναι τοπική και χρονικά περιορισμένη. Η τοξικότητα του πετρελαίου μειώνεται σταδιακά καθώς παλαιώνεται μέσα στη θάλασσα και τελικά οι φυσικές του ιδιότητες είναι αυτές που επηρεάζουν δυσμενώς τους οργανισμούς. Το πετρέλαιο προκαλεί ασφυξία στους οργανισμούς και επίσης μειώνει τη φωτοσύνθεση, μιας και ελαττώνει τη διαπερατότητα του φωτός στο νερό. Το πετρέλαιο μπορεί να καταστρέψει το αδιάβροχο κάλυμμα του πτερώματος των θαλασσοπουλιών και να επιτρέψει στο νερό να εκτοπίσει το στρώμα αέρα που υπάρχει μεταξύ του δέρματος και των φτερών τους. Αυτό το στρώμα αέρα παρέχει πλευστότητα και θερμομόνωση στα πουλιά και, εάν χαθεί, τα πουλιά κινδυνεύουν είτε να βυθιστούν και να πνιγούν είτε να πεθάνουν από υποθερμία. Στην προσπάθειά τους να καθαρίσουν το πτέρωμά τους, καταναλώνουν κάποιες ποσότητες πετρελαίου που μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στο συκώτι ή στο πεπτικό τους σύστημα.

Πολλές από τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τη ναυσιπλοΐα, όπως η διάνοιξη διωρύγων, η δημιουργία προβλητών και η εκβάθυνση λιμανιών έχουν ως αποτέλεσμα την καταστροφή παράκτιων ενδιαιτημάτων που οδηγεί σε μείωση της βιοποικιλότητας των περιοχών αυτών. Επίσης, οι δραστηριότητες αυτές προκαλούν τη διάβρωση του θαλάσσιου πυθμένα, γεγονός που προκαλεί αύξηση της μεταφοράς ιζημάτων και των αιωρούμενων σωματιδίων, επηρεάζοντας στη συνέχεια τη διαθεσιμότητα φωτός και μειώνοντας τη φωτοσύνθεση. Τα μεγάλα υδροτζέτ που διαθέτουν πολλά από τα σύγχρονα τουριστικά πλοία, διαταράσσουν το ίζημα του πυθμένα, προκαλούν αύξηση της θολερότητας και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν ενοχοποιηθεί για πρόκληση σωματικών βλαβών σε δελφίνια.

Ονομασία πλοίου Έτος Περιοχή Πετρέλαιο (τόννοι)

Atlantic Empress

1979

Έξω από το Τομπάγκο, Δυτικές Ινδίες

287,000

ABT Summer

1991

700 ναυτικά μίλια έξω από την Ανκγόλα (Αφρική)

260,000

Castillo de Bellver

1983

70 ναυτικά μίλια έξω από το Cape Town, Νότια Αφρική

257,000

Amoco Cadiz

1978

Βρεττάνη, Γαλλία

223,000

Haven

1991

Γένοβα, Ιταλία

144,000

Odyseey

1988

700 ναυτικά μίλια έξω από τη Nova Scotia, Καναδάς

132,000

Torrey Canyon

1967

Νησιά Scilly, Αγγλία

119,000

Urquiola

1976

La Coruna, Ισπανία

100,000

Hawaiian Patriot

1977

320 ναυτικά μίλια δυτικά της Χαβάης

95,000

Independenta

1979

Βόσπορος, Τουρκία

95,000

Jakob Maersk

1975

Leixoes, Πορτογαλία

88,000

Braer

1993

Νησιά Shetland, Αγγλία

85,000

Khark 5

1989

120 ναυτικά μίλια έξω από το Μαρόκο, Ατλαντικός

80,000

Aegean Sea

1992

La Coruna, Ισπανία

73,000

Sea Empress

1996

Milford Heaven, Αγγλία

72,000

Katina P

1992

Έξω από το Maputo, Μοβαμβίκη

72,000

Nova

1985

Περσικός κόλπος, 20 ναυτικά μίλια έξω από το Ιράν

70,000

Prestige

2002

Ακρωτήρι Finisterre, Ισπανία

63,000

Assimi

1983

60 ναυτικά μίλια έξω από το Muscat, Ομάν

52,000

Pericles G.C.

1983

200 ναυτικά μίλια έξω από τη Doha, Κατάρ

46,000

Trader

1972

έξω από τις νοτιοδυτικές ακτές της Ελλάδας

37,000

Exxon Valdez

1989

Πορθμός του Prince William, Αλάσκα

37,000

Thanassis A.

1994

200 ναυτικά μίλια έξω από τη Μανίλλα, Φιλιππίνες

37,000

Erica

1999

Κόλπος Biscay, Γαλλία

20,000

Πηγές
Clark, R.B. 1999. Marine Biology. Oxford University Press
http://www.cedre.fr
http://www.xente.mundo-r.com
http://www.newscientist.com/article.ns?id=dn4100

Κάποιοι εδραίοι θαλάσσιοι οργανισμοί (π.χ. βάλανοι, φύκια) προσκολλώνται στα εξωτερικά τοιχώματα των πλοίων, με αποτέλεσμα να μειώνουν την ταχύτητα του πλοίου, να επηρεάζουν τη δυνατότητα των ελιγμών του κατά την πλοήγηση και να αυξάνουν το κόστος μεταφοράς. Μια συνήθης τακτική για την επίλυση αυτού του προβλήματος ήταν η επικάλυψη των εξωτερικών τοιχωμάτων των πλοίων με χημικές ουσίες (π.χ. ο τριβουτυλο-κασσίτερος ή ΤΒΤ και ο χαλκός) που αποτρέπουν την ανάπτυξη τέτοιων οργανισμών. Αργότερα, όμως, αποδείχθηκε ότι οι ουσίες αυτές διαρρέουν στο υδάτινο περιβάλλον και προσροφώνται στα ιζήματα του πυθμένα, προσλαμβάνονται από τους οργανισμούς και συσσωρεύονται στους ιστούς τους, προκαλώντας τοξικές επιδράσεις και επηρεάζοντας την ανάπτυξη και την αναπαραγωγή τους.
Ένα ακόμα πρόβλημα που προκύπτει από την ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας είναι η εισαγωγή ξενικών ειδών οι οποίοι είτε προσκολλώνται στα τοιχώματα των πλοίων και μεταφέρονται από τη μια περιοχή στην άλλη είτε μεταφέρονται μέσα στο νερό που χρησιμοποιείται ως έρμα (σαβούρα) για τα πλοία και αδειάζεται σε μια άλλη περιοχή που το πλοίο θα φορτώσει εμπόρευμα ή μπορεί ακόμα και να εισέρχονται διαμέσου των διωρύγων. Τα είδη που εισέρχονται στη Μεσόγειο από την Ερυθρά Θάλασσα διαμέσου της διώρυγας του Σουέζ ονομάζονται Λεσεψιανά είδη (από το όνομα του μηχανικού Ferdinand De Lesseps που άνοιξε τη διώρυγα αυτή) και έχουν διαφοροποιήσει κατά πολύ τη βιοποικιλότητα των θαλασσών μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το τοξικό ψάρι λαγοκέφαλος (Lagocephalussceleratus) που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στα Δωδεκάνησα το 2003, αλλά πλέον κολυμπάει σε όλο το Αιγαίο και η κατανάλωσή του μπορεί να προκαλέσει από σοβαρές δηλητηριάσεις μέχρι θάνατο. Η εισαγωγή ξενικών ειδών μπορεί να προκαλέσει υποβάθμιση του οικοσυστήματος και εξαφάνιση των πιο ευαίσθητων ενδημικών ειδών, εάν τα νεόφερτα είδη είναι ανθεκτικά και επικρατήσουν στον ανταγωνισμό τους με τα αυτόχθονα είδη. Το τροπικό φύκος Caulerpataxifolia διέφυγε το 1984 από ένα ενυδρείο στο Μονακό, και καθώς ήταν ανθεκτικό στις χαμηλές χειμερινές θερμοκρασίες και στη χαμηλή διαθεσιμότητα σε θρεπτικά συστατικά που επικρατούν στη Μεσόγειο, ανταγωνίστηκε με επιτυχία τα ενδημικά λιβάδια της Ποσειδωνίας και μείωσε δραστικά την εξάπλωσή τους.

Προτάσεις - Λύσεις

Σημαντικές κινήσεις, ούτως ώστε να μειωθεί η ρύπανση της θάλασσας από πετρέλαιο και η εισαγωγή ξενικών ειδών, είναι η συμμόρφωση των υπευθύνων με τους υπάρχοντες κανονισμούς και νομοθεσίες και η αύξηση των ελέγχων και των επιτηρήσεων, εφόσον αυτές δεν τηρούνται, όπως θα έπρεπε. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο καθαρισμός των δεξαμενών των πλοίων και το άδειασμα του έρματος επιτρέπονται μόνο σε κατάλληλα σχεδιασμένες εγκαταστάσεις και με ειδική διαδικασία. Τα νεότερα δεξαμενόπλοια έχουν δεξαμενές για το έρμα που δεν έρχονται σε επαφή με τις δεξαμενές που περιέχουν το πετρέλαιο. Τα τάνκερ που μεταφέρουν πετρέλαιο και χημικά πρέπει να έχουν διπλά τοιχώματα, ούτως ώστε να μειώνεται η πιθανότητα διαρροής σε περίπτωση σύγκρουσης. Στην περίπτωση που προκληθεί πετρελαιοκηλίδα στη θάλασσα, είναι προτιμότερο να χρησιμοποιηθούν μηχανικά μέσα (π.χ. πλωτά φράγματα, μηχανήματα αναρρόφησης και απορροφητικά υλικά και φυσικά μέσα (π.χ. βακτήρια, δράση κυμάτων) για την αντιμετώπισή της, αντί να χρησιμοποιηθούν χημικά μέσα που δημιουργούν τοξικά μίγματα. Τα απορρυπαντικά διαλύουν το πετρέλαιο χωρίς να το απομακρύνουν, ενώ τα χημικά διαλυτικά δημιουργούν συσσωματώματα που είναι εξαιρετικά τοξικά για τους οργανισμούς. Η χρήση χημικών ουσιών, όπως το ΤΒΤ, για την αποτροπή επικόλλησης οργανισμών στα εξωτερικά τοιχώματα των πλοίων απαγορεύθηκε αρχικά στα μικρά πλοία (<25 μέτρα) σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η πλήρης απαγόρευση της χρήσης του ΤΒΤ στα πλοία όλων των μεγεθών σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και η απομάκρυνσή του από όσα πλοία το χρησιμοποιούν ήδη, ισχύει από την 1η Ιανουαρίου του 2008.