ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ

  Αλιεία επιστροφή

Εικόνα 37: Μέθοδοι αλιείας

α) Επιλεκτικές μέθοδοι αλιείας

β) Μη επιλεκτικές μέθοδοι αλιείας


Πηγή: King, M., 1995. Fisheries Biology, Assessment and Management. Fishing News Books

Η αναζήτηση τροφής από τη θάλασσα αποτελεί δραστηριότητα του ανθρώπου από τα προϊστορικά χρόνια. Η παραδοσιακή αλιεία, που αφορά σε μικρότερη κλίμακα αλιευμάτων και απαιτεί απλό εξοπλισμό και μεθόδους, έχει σταδιακά αντικατασταθεί από τους μεγάλους αλιευτικούς στόλους που συνδυάζουν την αλιεία με την επεξεργασία των ψαριών (κατεψυγμένα, παστά, μαριναρισμένα προϊόντα). Η αλιεία αποτελεί σημαντική δραστηριότητα και πηγή εισοδήματος για τους κατοίκους των παράκτιων περιοχών στην Ελλάδα και συμβάλλει στην εθνική οικονομία υποκαθιστώντας την εισαγωγή αλιευμάτων, προσφέροντας πρώτες ύλες στη μεταποιητική βιομηχανία και συντελώντας στη συγκράτηση του νησιωτικού πληθυσμού στις εστίες του. Η ελληνική παράκτια ζώνη φιλοξενεί το σύνολο σχεδόν της αλιείας και των ιχθυοκαλλιεργειών. Περίπου 40.000 αλιείς και 20.000 σκάφη απασχολούνται στην ελληνική παράκτια αλιεία. Η επαγγελματική αλιεία στην Ελλάδα χωρίζεται στην παράκτια και στη μέση αλιεία. Στην παράκτια αλιεία χρησιμοποιούνται μικρά σκάφη (5-12 μέτρα) τα οποία χρησιμοποιούν στατικά εργαλεία που συλλαμβάνουν τα διερχόμενα ψάρια, όπως είναι τα δίχτυα, τα παραγάδια, οι συρτές και οι παγίδες (βλ. εικόνα 37α). Στη μέση αλιεία χρησιμοποιούνται μεγαλύτερα σκάφη (15-30 μέτρα) που χρησιμοποιούν συρόμενα αλιευτικά εργαλεία όπως είναι η μηχανότρατα που σέρνει τα δίχτυα πάνω στο βυθό και το γρι-γρι που κυκλώνει μια περιοχή και συλλαμβάνει όλα τα ψάρια (βλ. εικόνα 37β).

Επιπτώσεις στο παράκτιο περιβάλλον
Όμως, οι σημερινές αλιευτικές μέθοδοι με τη σύγχρονη τεχνολογία τους έχουν οδηγήσει σε παγκόσμια υπερεκμετάλλευση των πόρων. Η υπεραλίευση (αλίευση σε πολύ μεγάλες ποσότητες) και η αλίευση υπομεγεθών (αλίευση μικρών ατόμων που δεν έχουν φτάσει ακόμα σε αναπαραγωγικό στάδιο) έχει οδηγήσει στη μείωση των πληθυσμών πολλών ειδών ψαριών (ρέγκα, σολομός, μπακαλιάρος, τόννος, γαύρος) μερικά από τα οποία κινδυνεύουν με ολοκληρωτική εξαφάνιση. Η εξαφάνιση κάποιων ειδών έχει επιπτώσεις στην τροφική αλυσίδα και προκαλεί γενικότερη μείωση της βιοποικιλότητας των οικοσυστημάτων. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών υποστηρίζει πως το 70% των αποθεμάτων των εμπορεύσιμων ψαριών έχει ήδη υπεραλιευθεί. Αργά ή γρήγορα η εξάντληση των αποθεμάτων θα οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή τους ψαράδες. Η παράνομη αλιεία κατά την περίοδο αναπαραγωγής και ωοτοκίας των ψαριών έχει ως αποτέλεσμα την αλίευση γόνων και θηλυκών ψαριών που φέρουν αυγά, γεγονός που οδηγεί στη μείωση των πληθυσμών. Η παράνομη αλιεία σε προστατευόμενες περιοχές (ζώνες προστασίας) προκαλεί επίσης μείωση των πληθυσμών.

Ένα άλλο πολύ σημαντικό πρόβλημα για τη διατάραξη της βιοποικιλότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων από την αλιεία είναι η συλλογή των ειδών μη-στόχων (ψάρια και ασπόνδυλα) που δεν έχουν καμία εμπορική αξία, αλλά πιάνονται και αυτά μαζί με τα εμπορικά είδη. Το 1/4 των παγκόσμιων αλιευμάτων αποτελούν μη επιθυμητά είδη που επιστρέφονται νεκρά ή θανάσιμα τραυματισμένα στη θάλασσα. Οι οργανισμοί αυτοί, ακόμα και αν επιστραφούν ζωντανοί στη θάλασσα, τελικά δεν επιβιώνουν, διότι συνήθως έχουν υποστεί τραυματισμούς που τους καθιστούν εξαιρετικά ευάλωτους στους θηρευτές τους (π.χ. καβούρια με τραυματισμένες δαγκάνες). Η συλλογή των ειδών μη-στόχων οφείλεται στη χρήση μη-επιλεκτικών μεθόδων αλιείας (βλ. εικόνα 37β), όπως είναι τα αφρόδιχτα και οι τράτες (ανεμότρατες, μηχανότρατες). Τα αφρόδιχτα απλώνονται σε έκταση 60 χλμ στην επιφάνεια και σε βάθος 7 μέτρων και συλλέγουν όλους τους οργανισμούς που συναντούν καθώς σύρονται από το αλιευτικό σκάφος. Το αποτέλεσμα είναι, ένας μεγάλος αριθμός ψαριών χωρίς εμπορική αξία να πετιέται καθημερινά από τα αφρόδιχτα, συμπεριλαμβανομένων πολλών θαλάσσιων χελωνών, δελφινιών, καρχαριών, φωκών και πουλιών. Στο Βόρειο Ατλαντικό 15.000 δελφίνια και 700.000 θαλασσοπούλια πεθαίνουν κάθε χρόνο παγιδευμένα από τα αφρόδιχτα. Οι τράτες διαθέτουν μια βαριά σιδερένια κατασκευή που βυθίζει τα δίχτυα μέχρι τον πυθμένα και τα σέρνει πάνω σε αυτόν, με αποτέλεσμα επίσης τη μη-επιλεκτική συλλογή όλων των οργανισμών που θα βρεθούν εκεί. Οι τράτες συλλέγουν ένα μεγάλο αριθμό μη εμπορεύσιμων ειδών που πετιούνται νεκρά στη θάλασσα και παγιδεύουν χελώνες και θαλάσσια θηλαστικά. Έχει πλέον εξακριβωθεί ότι οι τράτες έχουν καταστροφικές συνέπειες για το οικοσύστημα του θαλάσσιου πυθμένα, διότι συνθλίβουν τους βενθικούς οργανισμούς μειώνοντας την βιοποικιλότητα της περιοχής, και επίσης, διαταράσσουν το υπόστρωμα προκαλώντας επαναιώρηση των ιζημάτων και διάβρωση.

Η παράνομη χρήση καταστροφικών μεθόδων αλιείας (δυναμίτης ή χημικά, όπως η χλωρίνη) προκαλεί εκτεταμένες οικολογικές καταστροφές σε ολόκληρο το οικοσύστημα. Επίσης, η χρήση διχτυών «νύχτας» (με μικρότερο άνοιγμα) κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι παράνομη, καθώς οδηγεί σε υπεραλίευση. Η χρήση δορυφόρων για τον εντοπισμό πληθυσμών ψαριών οδηγεί σε πολύ μεγάλης κλίμακας αλίευση και εξάντληση των ιχθοαποθεμάτων.
Τα υπολείμματα από κομμένα δίχτυα και πετονιές που καταλήγουν στη θάλασσα μπορεί να καταναλωθούν από ψάρια, λάσσια θηλαστικά και θαλασσοπούλια, με αποτέλεσμα εσωτερικούς τραυματισμούς και θανάτους από πνιγμό κατά την κατάποση. Οι οργανισμοί που παγιδεύονται στα αντικείμενα αυτά μπορεί να τραυματιστούν ή να πεθάνουν από ασφυξία, ή ακόμα, λόγω μείωσης της ικανότητας τους για κίνηση, γίνονται πιο ευάλωτοι έναντι στους εχθρούς τους. Οι μεγαπτεροφάλαινες και οι γκρίζες φάλαινες, που απειλούνται με εξαφάνιση, βρίσκονται συχνά παγιδευμένες σε δίχτυα και καθετές, ενώ οι θαλάσσιοι ελέφαντες συχνά παγιδεύονται σε αλιευτικά εργαλεία για καβούρια.

Προτάσεις - Λύσεις

Η αειφορική αλιεία και η ορθολογική χρήση των θαλάσσιων πόρων είναι αναγκαία για τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας του θαλάσσιου οικοσυστήματος, αλλά και για την αποφυγή της οικονομικής καταστροφής των ψαράδων. Η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών αλιέων για την αυστηρή εφαρμογή των κανονισμών που αφορούν στα επιτρεπτά μεγέθη και στις ποσότητες αλιευμάτων, στη διάρκεια του ψαρέματος, στις επιτρεπτές μεθόδους και εργαλεία, στις επιτρεπτές εποχές και περιοχές αλίευσης είναι καθοριστικής σημασίας. Η πραγματοποίηση αυστηρότατων ελέγχων και η επιβολή προστίμων στους παραβάτες είναι απαραίτητη. Αξίζει να σημειωθεί ότι πλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί τη μείωση του αλιευτικού στόλου με σκοπό τη μείωση της υπεραλίευσης. Επίσης, έχουν επιβληθεί περιορισμοί όσον αφορά στην ισχύ και στο μέγεθος των αλιευτικών σκαφών. Επιτρέπεται μόνο η χρήση «φιλικών» μεθόδων επιλεκτικής αλιείας, όπως είναι τα στατικά δίχτυα, οι συρτές, τα παραγάδια και οι παγίδες (βλ. εικόνα 37α), που δεν υποβαθμίζουν το οικοσύστημα και μειώνουν σημαντικά τη συλλογή των ειδών μη-στόχων, ενώ έχει απαγορευθεί η χρήση τρατών βυθού. Σε κάποιες περιπτώσεις που η υποβάθμιση του οικοσυστήματος είναι πλέον γεγονός ο τεχνητός εμπλουτισμός της περιοχής με γόνους, πάντοτε μετά από εμπεριστατωμένη και υπεύθυνη μελέτη, θα μπορούσε να βοηθήσει στην επαναφορά της βιοποικιλότητας του οικοσυστήματος.

Η ανάπτυξη μονάδων υδατοκαλλιεργειών, οι οποίες θα λειτουργούν με τις απαραίτητες προδιαγραφές και προφυλάξεις για την αποτροπή ρύπανσης και άλλων επιπλοκών, θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας σε αλιεύματα μειώνοντας έτσι την υπεραλίευση των φυσικών αποθεμάτων. Οι υδατοκαλλιέργειες περιλαμβάνουν την εκτροφή θαλάσσιων οργανισμών και οργανισμών του γλυκού νερού με σκοπό την παραγωγή προϊόντων υψηλής διαιτητικής αξίας με σχετικά χαμηλό κόστος. Οι μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας εντοπίζονται κυρίως σε λιμνοθάλασσες και σε προστατευμένους κόλπους. Είδη ψαριών που εκτρέφονται είναι η τσιπούρα, το λαβράκι, το μυτάκι, ο σολομός (στη Β. Ευρώπη) και σε μικρότερη κλίμακα το φαγκρί, το λυθρίνι, η συναγρίδα και ο τόννος (στην Ιαπωνία). Άλλες εφαρμογές των υδατοκαλλιεργειών είναι η εκτροφή διθύρων (οστρακοκαλλιέργειες), όπως βρώσιμων μυδιών και στρειδιών κυρίως στα δέλτα των ποταμών (Β. Ελλάδα), μαργαριτοφόρων στρειδιών (Ιαπωνία) και βρώσιμων φυκιών (Ιαπωνία, Κίνα).

Οι εντατικές υδατοκαλλιέργειες θα πρέπει να λειτουργούν κάτω από σωστές προϋποθέσεις και να διαθέτουν μεθόδους ελέγχου και εξουδετέρωσης ρύπων και μολυσματικών ουσιών, ούτως ώστε να μην προκαλέσουν υποβάθμιση των φυσικών οικοσυστημάτων. Έχει παρατηρηθεί ότι τα υπολείμματα τροφής, τα περιττώματα και τα λοιπά προϊόντα του μεταβολισμού των εκτρεφόμενων οργανισμών αυξάνουν την περιεκτικότητα του νερού σε οργανικά και ανόργανα συστατικά και μπορεί να προκαλέσουν ευτροφισμό ιδιαίτερα σε κλειστές περιοχές (π.χ. λιμνοθάλασσες). Η επεξεργασία των οργανικών αποβλήτων στις χερσαίες δεξαμενές μπορεί να γίνει πρωτογενώς με φίλτρα και δεξαμενές καθίζησης και δευτερογενώς σε εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού. Η περαιτέρω επεξεργασία με υπεριώδη ακτινοβολία μπορεί να απομακρύνει, αποτελεσματικά, βακτήρια και ιούς. Η τοποθέτηση των κλωβών στη θάλασσα πρέπει να γίνεται σε κατάλληλες περιοχές, μετά από υδρολογική και γεωμορφολογική μελέτη των περιοχών αυτών, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η φυσική απομάκρυνση του οργανικού φορτίου με τα θαλάσσια ρεύματα προς την ανοικτή θάλασσα. Επίσης, η διαχείριση των διαφόρων απορριμμάτων που προκύπτουν από τις μονάδες (υλικά συσκευασίας, υπολείμματα διχτυών) είναι απαραίτητη. Σε ορισμένες περιπτώσεις η εκτεταμένη χρήση αντιβιοτικών για την αντιμετώπιση των ασθενειών στα εκτρεφόμενα είδη προκάλεσε τη δημιουργία ανθεκτικών παθογόνων οργανισμών. Η χρήση προβιοτικών βακτηρίων (βιολογικός έλεγχος) που λειτουργούν ρυθμιστικά στους πληθυσμούς των παθογόνων οργανισμών είναι μια εναλλακτική μέθοδος που μπορεί να αντικαταστήσει τη χρήση αντιβιοτικών και φαρμάκων. Η καλλιέργεια ξενικών ειδών πρέπει να αποφεύγεται, διότι μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή τους στο περιβάλλον και την ανταγωνιστική τους δράση με τους φυσικούς πληθυσμούς με αρνητικά αποτελέσματα για τη βιοποικιλότητα της περιοχής.

Τα τελευταία χρόνια η γενετική μηχανική έχει χρησιμοποιηθεί με σκοπό την τροποποίηση κάποιων χαρακτηριστικών των ψαριών και, κατά συνέπεια, την αύξηση του κέρδους από την αλιεία τους. Για παράδειγμα, έχουν δημιουργηθεί τριπλοειδείς σολομοί (με ένα παραπάνω ζεύγος χρωμοσωμάτων), οι οποίοι δεν αναπαράγονται και άρα αυξάνουν το βάρος τους συνεχώς. Επίσης, έχει γίνει μεταφορά γονιδίων από μη εμπορικά είδη, που, όμως, είναι ανθεκτικά σε ασθένειες, σε εμπορικά είδη. Όλες αυτές οι τροποποιήσεις του γενετικού υλικού (δημιουργία μεταλλαγμένων ειδών) είναι ακόμη σε πειραματικό στάδιο και υπάρχουν πολύ μεγάλες επιφυλάξεις για τις συνέπειες που θα έχει η απελευθέρωση αυτών των υβριδίων στους φυσικούς πληθυσμούς. Οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί μπορεί να επηρεάσουν την αναπαραγωγή και την επιβίωση των φυσικών ειδών και να επικρατήσουν έναντι αυτών. Κανείς ακόμα δεν ξέρει πως θα επηρεαστούν όλοι οι υπόλοιποι οργανισμοί, ακόμα και ο άνθρωπος, από την εισαγωγή νέων γονιδίων στο φυσικό περιβάλλον.