Β΄ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
Ενέργεια 3.2β «Έρευνα » Τα ερευνητικά έργα της Ενέργειας 3.2β «Έρευνα» συγχρηματοδοτήθηκαν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης), Β΄ ΚΠΣ (Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, 1997-2000). Το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας ανέλαβε την εποπτεία σαράντα οκτώ ερευνητικών έργων στο πλαίσιο της παραπάνω Ενέργειας. Υπεύθυνος της Ενέργειας 3.2β ήταν ο Kαθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης και Χειριστής ο Δρ. Βασίλης Σβολόπουλος.
Επιστημονικός Υπεύθυνος: Μαριάννα Τζεκάκη
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από ερευνητική ομάδα αποτελούμενη από 8 μέλη ΔΕΠ της Παιδαγωγικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Παιδαγωγικών Τμημάτων από τα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων και Θράκης, σε συνεργασία με 17 δασκάλους και 17 καθηγητές Μαθηματικών από τους τρεις Νομούς, φοιτητές, μεταπτυχιακούς και εξωτερικούς συνεργάτες.
Σκοπός του έργου ήταν η διερεύνηση της δυνατότητας εφαρμογής εναλλακτικών διδακτικών προσεγγίσεων στην ελληνική σχολική τάξη και η διαμόρφωση προτάσεων για τη βελτίωση της διδασκαλίας των Μαθηματικών. Για το σκοπό αυτό στο πλαίσιο του έργου
α. συγκεντρώθηκαν στοιχεία για την υπάρχουσα κατάσταση στη μαθηματική εκπαίδευση της χώρας μας και β. έγινε πειραματισμός με νέες διδακτικές κατευθύνσεις. Περιεχόμενο της Έρευνας
Στον άξονα της καταγραφής της υπάρχουσας κατάστασης πραγματοποιήθηκαν:
- Μελέτη και Διδακτική Ανάλυση Σχολικών Βιβλίων και Αναλυτικών Προγραμμάτων για τον Αριθμό, τη Συνάρτηση και τη Γεωμετρία.
- Διερεύνηση των Μαθηματικών Γνώσεων των μαθητών Στ’ Δημοτικού και Γ’ Γυμνασίου.
- Καταγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διδασκαλίας των μαθηματικών.
- Παιδαγωγική μελέτη του σχολικού χώρου.
Στον άξονα του πειραματισμού με εναλλακτικές διδακτικές προσεγγίσεις πραγματοποιήθηκαν:
- Οργάνωση της τάξης των Μαθηματικών με δραστηριότητες και εκπαιδευτικό υλικό.
- Εφαρμογή νέων διδακτικών προσεγγίσεων με διερεύνηση της λειτουργίας της τάξης του εκπαιδευτικού υλικού, του διδάσκοντα και των μαθητών, με καταγραφή των δυσκολιών, των εμπειριών και των απόψεων εκπαιδευτικών και μαθητών.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του έργου, δημιουργήθηκαν βιβλιογραφική ηλεκτρονική βάση, αρχείο εκπαιδευτικού υλικού για τις πειραματικές διδασκαλίες, βίντεο παρουσίασης πειραματικών διδασκαλιών και CD παρουσίασης όλου του προγράμματος.
Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν σε Ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1999 στη Θεσσαλονίκη με μεγάλη συμμετοχή.
Τα ερευνητικά αποτελέσματα του έργου παρουσιάζονται σε εθνικά και διεθνή συνέδρια.
Ερευνητικά αποτελέσματα
Ι. ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ
Διδακτική Ανάλυση Αναλυτικών Προγραμμάτων
Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών για τα Μαθηματικά της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (1999) εμφανίζει σύγχρονα στοιχεία που σχετίζονται με την ανάλυση του μαθηματικού περιεχομένου κατά άξονες, την οργάνωση της διδασκαλίας των Μαθηματικών στη βάση κατάλληλων και πλούσιων δραστηριοτήτων και προβλημάτων και την παροχή διδακτικών οδηγιών για την διδασκαλία της κάθε ενότητας.
Παράλληλα με αυτά παραμένουν στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών και ανασταλτικά στοιχεία που σχετίζονται με την μεγάλη ποσότητα της ύλης και την την έλλειψη συστηματικής ανάπτυξης εννοιών.
Μαθηματικές Γνώσεις των μαθητών Στ΄ Δημοτικού και Γ’ Γυμνασίου
Υποκείμενο της έρευνας ήταν δείγμα 495 μαθητών Στ΄ Δημοτικού και δείγμα 560 μαθητών Γυμνασίου από Δημοτικά Σχολεία και Γυμνάσια των Νομών Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων και Αλεξανδρούπολης που επιλέχτηκε με τυχαία δειγματοληψία και εξετάσθηκε σε ερωτήσεις που αφορούσαν βασικές μαθηματικές γνώσεις.
Τα πρώτα αποτελέσματα της στατιστικής επεξεργασίας, σε ότι αφορά τις επιδόσεις των μαθητών στο σύνολο κάθε δείγματος, δείχνουν ότι:
- Για το Γυμνάσιο: από τα 61 επιμέρους ερωτήματα απαντήθηκαν επιτυχώς τα 24, ποσοστό περίπου 40%.
- Για το Δημοτικό: από τα 57 επιμέρους ερωτήματα απαντήθηκαν επιτυχώς τα 15, ποσοστό 26% περίπου.
- Στις κοινές ερωτήσεις, οι μαθητές του Γυμνασίου έχουν καλύτερες επιδόσεις. Όμως, οι επιδόσεις σε όλες τις ομάδες ερωτήσεων είναι πολύ χαμηλές, από πολύ απογοητευτικές (32,3%) έως μέτριες (59,6%).
Συνολικά μπορεί να αναφερθεί ότι το επίπεδο των μαθηματικών γνώσεων των μαθητών, τόσο στο τέλος του Δημοτικού όσο και στο τέλος του Γυμνασίου είναι αρκετά χαμηλό. Η διαπίστωση αυτή δίνει μια μάλλον κακή εικόνα για τη μαθηματική εκπαίδευση στα ελληνικά σχολεία.
Αντιλήψεις των εκπαιδευτικών και εφαρμοζόμενες πρακτικές
Στο σκέλος αυτό της έρευνας διερευνήθηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά της διδασκαλίας των Μαθηματικών με την καταγραφή των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών και των διδακτικών πρακτικών εφαρμόζονται στη σχολική τάξη.
1. Η στατιστική επεξεργασία των 400 ερωτηματολογίων που συγκεντρώθηκαν έδειξαν ότι:
- Στο Γυμνάσιο, το μάθημα γίνεται με παραδοσιακό τρόπο, «μετωπικά»: ο καθηγητής παρουσιάζει, οι μαθητές απομνημονεύουν και εφαρμόζουν, διατηρώντας ένα παθητικό ρόλο.
- Στο Δημοτικό, το μάθημα γίνεται με παραδοσιακό τρόπο αλλά υπάρχουν πιο σύγχρονες διδακτικές αντιλήψεις: οι μαθητές αντιμετωπίζουν δραστηριότητες και προβλήματα, αναπτύσσεται ατομική δουλειά ή δουλειά σε ομάδες και διατηρούν λιγότερο παθητικό ρόλο.
2. Η ανάλυση των καταγεγραμμένων διδασκαλιών, επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω ευρήματα, δείχνουν ότι, κατά κύριο λόγο οι διδακτικές πρακτικές που χρησιμοποιούνται στη διδασκαλία των Μαθηματικών δεν αντιστοιχούν στις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις.
Σχολικός χώρος
Ο σχολικός χώρος ως οργάνωση, υποδομή, εξοπλισμός και διάταξη των μαθητών εξακολουθεί να παραμένει δεσμευτικός και ξεπερασμένος. Συχνά οι κακές αίθουσες διδασκαλίας και η έλλειψη εκπαιδευτικού υλικού ακυρώνουν και τις καλύτερες διδακτικές προθέσεις.
ΙΙ. ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ
Για τον πειραματισμό των νέων διδακτικών προσεγγίσεων, τα μέλη της ερευνητικής ομάδας συνεργάστηκαν με 15 δάσκαλους και 12 καθηγητές από τους τρεις νομούς και προετοίμασαν δραστηριότητες για τη διδασκαλία 8 διαφορετικών διδακτικών ενοτήτων. Οι συνεργαζόμενοι εκπαιδευτικοί προετοιμάστηκαν για τη νέα μορφή διδασκαλίας και πραγματοποίησαν από 2 διδασκαλίες ο καθένας. Το σύνολο των 54 διδασκαλιών παρατηρήθηκε και καταγράφηκε με βιντεοσκοπήσεις.
Πειραματικές διδασκαλίες
Τα αποτελέσματα των πειραματικών διδασκαλιών μπορούν να εξετασθούν ως προς τους ακόλουθους τρεις άξονες.
Διαδικασίες μάθησης
- Οι μαθητές και των δύο βαθμίδων χειρίστηκαν με σχετική άνεση τις δραστηριότητες ως προς το περιεχόμενό τους, δραστηριοποιήθηκαν και εκδήλωσαν ενδιαφέρον και για τον τρόπο εργασίας και για τον τρόπο οργάνωσης των δραστηριοτήτων.
- Οι σχέσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ των μαθητών, κυρίως της Α/θμιας εκπαίδευσης, μετατοπίστηκαν από το ανταγωνιστικό πεδίο στο συνεργατικό.
Η οργάνωση και ροή του μαθήματος
Και στις δύο βαθμίδες, οι εκπαιδευτικοί έκαναν συστηματικές προσπάθειες να αναπτύξουν ένα νέο είδος μαθήματος. Οι περισσότεροι οργάνωσαν τους μαθητές σε ομάδες και τους παρακίνησαν να εργαστούν με τις δραστηριότητες, ωστόσο η διδασκαλία συχνά επιστρέφει στην λογική που ακολουθείται και στο κανονικό πρόγραμμα.
- Οι εκπαιδευτικοί και των δύο βαθμίδων αναλαμβάνουν το χειρισμό πολλών από τις παραμέτρους της μάθησης με αποτέλεσμα να υπερκαλύπτουν τη δράση των μαθητών. Συχνά αφαιρούν από τους μαθητές τη δυνατότητα να ασχοληθούν με δραστηριότητες στις οποίες φαίνεται να συναντούν δυσκολίες.
- Οι εκπαιδευτικοί της Α/θμιας εκπαίδευσης εμφανίζονται πιο ευέλικτοι στην υλοποίηση της προσέγγισης που ευνοούν οι προτεινόμενες δραστηριότητες σε σχέση με τους εκπαιδευτικούς της Β/θμιας εκπαίδευσης.
Γενικά διαπιστώνεται ότι η προηγούμενη διδακτική εμπειρία των διδασκόντων μπορεί να λειτουργήσει ως ανασταλτικός παράγοντας, οδηγώντας τους σε διδακτικές συμπεριφορές που βρίσκονται έξω από το πλαίσιο των δραστηριοτήτων και του διδακτικού τρόπου που συνεπάγεται. Η συνολική εικόνα των πειραματικών διδασκαλιών είναι ενθαρρυντική ως προς το νέο τρόπο λειτουργίας μιας σχολικής τάξης για τη διδασκαλία και μάθηση των Μαθηματικών.
Η συνέχιση των ερευνών και των πειραματικών εφαρμογών είναι όμως απαραίτητη για τον εντοπισμό, την ερμηνεία και την αντιμετώπιση των δυσκολιών που παρουσιάζονται και απαιτείται πολύ δουλειά προς αυτή την κατεύθυνση.
Εισηγήτρια: Μαριάννα Τζεκάκη, Επ. Καθηγήτρια
Ερευνητική ομάδα: Μ. Καλδρυμίδου, Επ. Καθηγήτρια / Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Χ. Σακονίδης, Επ. Καθηγητής / Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Θ. Χατζηπανελής, Καθηγητής Α.Π.Θ., Α. Χαλάτσης, Αν. Καθηγητής Α.Π.Θ., Π. Οικονόμου, Καθηγητής Μ.Ε., Α. Οικονόμου, Καθηγητής ΣΕΛΕΤΕ / Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο προέρχεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Πανελλήνιο Συνέδριο, Έρευνα για την ελληνική εκπαίδευση, 21-23 Σεπτεμβρίου 2000, Περιλήψεις Εισηγήσεων, Αθήνα 2000.
βλ. επίσης
|