Β΄ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
Ενέργεια 3.2β «Έρευνα » Τα ερευνητικά έργα της Ενέργειας 3.2β «Έρευνα» συγχρηματοδοτήθηκαν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης), Β΄ ΚΠΣ (Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, 1997-2000). Το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας ανέλαβε την εποπτεία σαράντα οκτώ ερευνητικών έργων στο πλαίσιο της παραπάνω Ενέργειας. Υπεύθυνος της Ενέργειας 3.2β ήταν ο Kαθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης και Χειριστής ο Δρ. Βασίλης Σβολόπουλος.
Επιστημονικός Υπεύθυνος: Μιλτιάδης Παπανικολάου
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών
1. Στόχοι και περιγραφή της έρευνας
Βασικός σκοπός της έρευνας είναι η διερεύνηση της ευρωπαϊκής και ελληνικής εμπειρίας στην εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων πολιτισμού (ΕΠΠ) στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ώστε να εμπλουτιστεί η εκπαιδευτική διαδικασία του ελληνικού σχολείου με εναλλακτικές μορφές και χώρους μάθησης.
Θεωρείται ότι με τον τρόπο αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα θα καταστεί περισσότερο ανταγωνιστικό ως προς τη διδασκαλία των θεμάτων του πολιτισμού, σε σχέση με τις αντίστοιχες πρακτικές που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, η αμεσότερη επαφή των μαθητών με τα θέματα και τα αντικείμενα του πολιτισμού και της ιστορίας θα βοηθήσει στην προστασία, ανάδειξη και καλύτερη κατανόηση των πολιτιστικών στοιχείων της χώρας.
Λόγω της ιδιαιτερότητας των θεμάτων δημιουργήθηκαν δυο ερευνητικές υποομάδες από τις οποίες η μία ασχολήθηκε με τα ΕΠΠ αρχαιολογίας και η άλλη με ΕΠΠ ιστορίας της τέχνης.
Στη φάση Α υλοποίησης του έργου πραγματοποιήθηκε έρευνα της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. Παράλληλα εντοπίστηκαν μέσω του διαδικτύου, βιβλιογραφίας και αλληλογραφίας με μουσεία, πανεπιστήμια, υπουργεία Παιδείας και άλλους συναφείς οργανισμούς, Εκπαιδευτικά Προγράμματα Πολιτισμού (Ε.Π.Π.) που διεξάγονται στην Ελλάδα και σε χώρες της Ευρώπης και απευθύνονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στοιχεία για αυτά τα προγράμματα συλλέχθηκαν με ειδικά ερωτηματολόγια. Συγκεντρώθηκαν στοιχεία από 87 διαφορετικά εκπαιδευτικά προγράμματα του εσωτερικού ενώ 85 φορείς και μουσεία του εξωτερικού απέστειλαν πληροφοριακό υλικό σχετικό με τα προγράμματά τους. Για την κωδικοποίηση και την καταγραφή των πληροφοριών δημιουργήθηκαν δύο βάσεις δεδομένων, μια για τα ελληνικά και μια για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Επιπλέον μέλη της ερευνητικής ομάδας πραγματοποίησαν επιτόπιες επισκέψεις και συνεντεύξεις με τους υπεύθυνους εκπαιδευτικών προγραμμάτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Στη φάση Β, με βάση τα κωδικοποιημένα στοιχεία της ελληνικής και ευρωπαϊκής εμπειρίας και σύμφωνα με τους στόχους του ερευνητικού προγράμματος, σχεδιάστηκαν δυο πιλοτικά εκπαιδευτικά προγράμματα, ένα σχετικό με αρχαιολογικό χώρο της Θεσσαλονίκης και ένα με θέμα την ιστορία της τέχνης.
Στη φάση Γ1 και για δυο μήνες υλοποιήθηκαν τα παραπάνω πιλοτικά προγράμματα με τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού μαθητών από 39 σχολικά τμήματα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Θεσ/νίκης.
Τα αποτελέσματα της μέχρι τότε έρευνας στην ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία καθώς και η αξιολόγηση της φάσης Γ1 του αρχαιολογικού προγράμματος οδήγησαν την ερευνητική ομάδα της ενότητας αρχαιολογίας στην εφαρμογή μιας εναλλακτικής μορφής εκπαιδευτικού προγράμματος με τη μέθοδο «project». Με τη μέθοδο αυτή εξασφαλίζεται η ενεργητική συμμετοχή των εκπαιδευτικών, η ανταπόκριση στα ενδιαφέροντα των μαθητών, η αυτενέργεια, η βιωματική μάθηση, η διαθεματική προσέγγιση και ουσιαστικότερη επεξεργασία των σχετικών θεμάτων. Αυτό το πιλοτικό πρόγραμμα εφαρμόστηκε τους μήνες Οκτώβριο-Δεκέμβριο 1999 (φάση Γ2), σε δύο τμήματα της Ε΄ Δημοτικού του 2ου Δημ. Σχολείου Περαίας και σε τέσσερα τμήματα της Β΄ τάξης του Γυμνασίου Μετεώρων. Η επιλογή των σχολείων έγινε με τη συνεργασία του ΕΠΕΑΕΚ «Πιλοτικά προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας». Τη διεξαγωγή των πιλοτικών προγραμμάτων (Γ1, Γ2) ανέλαβαν πτυχιούχοι του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας οι οποίοι επιμορφώθηκαν ειδικά για τις ανάγκες των προγραμμάτων. Στη φάση Γ2 συμμετείχαν επίσης εκπαιδευτικοί οι οποίοι σε ειδικές συναντήσεις ενημερώθηκαν για τα αρχαιολογικά δεδομένα αλλά και για τη φιλοσοφία της μεθόδου «project».
Επίσης για τις ίδιες φάσεις (Γ1, Γ2) υλοποιήθηκαν 2 πιλοτικά προγράμματα με θέματα ιστορίας της τέχνης.
Στη φάση Δ έγινε η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων η οποία βασίστηκε στις παρατηρήσεις των εκπαιδευτών – εμψυχωτών, των μελών της ερευνητικής ομάδας, των μαθητών και των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν.
Στη φάση Ε πραγματοποιήθηκε η τελική επεξεργασία και η συνολική αξιολόγηση της ελληνικής και ευρωπαϊκής εμπειρίας των Ε.Π.Π. Αυτό περιέλαβε τη μελέτη, επεξεργασία και στατιστική ανάλυση των ερωτηματολογίων και του συνοδευτικού υλικού που συγκεντρώθηκε. Το έργο ολοκληρώθηκε με την τελική αξιολόγηση της εφαρμογής των πιλοτικών Ε.Π.Π.
2. Συμπεράσματα της έρευνας
2.1. Ενότητα αρχαιολογία:
- Ο ρόλος του ΥΠΕΠΘ στο σχεδιασμό και την υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων με αρχαιολογικό περιεχόμενο είναι περιορισμένος καθώς τα εκπαιδευτικά προγράμματα σχεδιάζονται και υλοποιούνται στο μεγαλύτερο μέρος τους από τους μόνιμους αρχαιολόγους του ΥΠΠΟ. Ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι σε μεγάλο βαθμό υποβαθμισμένος. Επίσης είναι περιορισμένη η απασχόληση των μουσειολόγων-μουσειοπαιδαγωγών.
- Τα εκπαιδευτικά προγράμματα σπάνια συνδέονται με το σχολικό μάθημα και ούτε ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες των σχολικών ομάδων (γνωστικές, ψυχολογικές, κοινωνικές).
- Τα εκπαιδευτικά προγράμματα διακρίνονται για τον αποσπασματικό τους χαρακτήρα όσον αφορά τη διάρκεια υλοποίησης, τα προσφερόμενα θέματα και περιεχόμενα και τις σχολικές τάξεις που απευθύνονται.
- Το παρελθόν παρουσιάζεται στα εκπαιδευτικά προγράμματα ως μοναδική και αντικειμενική αλήθεια χωρίς να δίνονται ευκαιρίες κριτικής προσέγγισης και προσωπικής ερμηνείας των αρχαιολογικών δεδομένων.
- Δεν δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην αξιολόγηση των προγραμμάτων.
- Στις περιπτώσεις των ευρωπαϊκών χωρών που μελετήθηκαν γίνεται προσπάθεια το περιεχόμενο των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων να συνδέεται με το σχολικό μάθημα.
- Σε αντίθεση με την ελληνική περίπτωση στα ευρωπαϊκά ΕΠΠ ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι βασικός και αναβαθμισμένος, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην επιμόρφωσή τους, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις συμμετέχουν ενεργά στο σχεδιασμό της επίσκεψης και στην επεξεργασίας των μουσειακών περιεχομένων.
- Στην ευρωπαϊκή εμπειρία δίνεται έμφαση στη διαθεματική προσέγγιση των περιεχομένων και οι εκπαιδευτικές προσφορές των μουσείων σε πολλές περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία και διαφοροποίηση ως προς το είδος τους, τις μεθόδους και τα θέματα.
- Σε ορισμένες περιπτώσεις στα ευρωπαϊκά ΕΠΠ δίνεται έμφαση στην υλοποίηση μακροπρόθεσμων εναλλακτικών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και στην εμβάθυνση στην επεξεργασία των μουσειακών περιεχομένων μέσα από προγράμματα που σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υιοθετούν τη φιλοσοφία της μεθόδου «project».
Από την υλοποίηση των πιλοτικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων προέκυψε ότι:
- η ενασχόληση με θέματα αρχαιολογίας και παρελθόντος, ειδικά όταν εφαρμόζονται εναλλακτικές μορφές εργασίας (ομαδική εργασία, εφαρμογή της μεθόδου «project»), μπορεί να έχει σημαντικά παιδαγωγικά αποτελέσματα καθώς οι μαθητές εξοικειώνονται με την ερευνητική διαδικασία και την ερμηνεία δεδομένων, αναπτύσσουν τη δημιουργικότητα και δεξιότητες, ενώ παράλληλα κατακτούν γνωστικούς στόχους.
- Οι μαθητές ευαισθητοποιούνται σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς και αντιλαμβάνονται την σημασία που έχει για αυτούς η μελέτη και η κατανόηση του παρελθόντος.
- Οι μαθητές προσεγγίζουν το παρελθόν βιωματικά μέσα από την ενασχόληση τους με τα αρχαιολογικά κατάλοιπα.
- Παρέχονται δυνατότητες προσωπικής ερμηνείας των αρχαιολογικών δεδομένων.
- Για την αποτελεσματική εφαρμογή ΕΠΠ η στενή συνεργασία εκπαιδευτικών με αρχαιολόγους και η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων.
2.2. Ενότητα Ιστορία της Τέχνης
- Τα εκπαιδευτικά προγράμματα που οργανώνονται από τα ελληνικά μουσεία αξιοποιούν τη σύγχρονη ευρωπαϊκή εμπειρία και την προσαρμόζουν στις ελληνικές ανάγκες και δυνατότητες.
- Τα περισσότερα μουσεία οργανώνουν ξεχωριστό τμήμα εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
- Συνήθως επιδιώκεται η συνεργασία με άλλους εκπαιδευτικούς φορείς (σχολεία) με στόχο την αποτελεσματικότερη σύνδεση του περιεχομένου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων με το αναλυτικό σχολικό πρόγραμμα.
- Για κάθε πρόγραμμα ετοιμάζεται συνοδευτικό ενημερωτικό υλικό που απευθύνεται στους καθηγητές-συνοδούς και στους μαθητές.
- Βασικός στόχος όλων των εκπαιδευτικών προγραμμάτων είναι η δημιουργική αξιοποίηση του σχολικού και ελεύθερου χρόνου, η καλλιέργεια της παρατηρητικότητας, της φαντασίας και της πρωτοβουλίας των παιδιών και η ανάπτυξη των ικανοτήτων τους.
- Η φιλοσοφία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων είναι να συνδυάσουν την παροχή γνώσεων με το παιχνίδι και τη δημιουργία, έτσι ώστε η επαφή με το μουσείο να είναι και ευχάριστη και παιδευτική εμπειρία.
- Σε ορισμένα μουσεία οργανώνονται ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα που απευθύνονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες και ψυχοσωματικές ικανότητες.
- Από την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος προέκυψαν τα εξής συμπεράσματα:
- Εκδηλώνεται έντονο ενδιαφέρον από την πλευρά των μαθητών και των εκπαιδευτικών φορέων για συμμετοχή σε οργανωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα.
- Υπάρχει ανάγκη συστηματοποίησης των διάσπαρτων γνώσεων των μαθητών με την εισαγωγή ειδικού μαθήματος για την Ιστορία της Τέχνης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ως βασικό αντικείμενο.
- Η συμμετοχή των μαθητών σε εκπαιδευτικά προγράμματα κινητοποιεί τη φαντασία, τη δημιουργικότητα και την παρατηρητικότητά τους και συντελεί στην ανάπτυξη της αυτενέργειας και της κριτικής σκέψης.
3. Προτάσεις
3.1. Ενότητα αρχαιολογία:
- Το ΥΠΕΠΘ θα έπρεπε να αναλάβει πιο ουσιαστικό ρόλο στο σχεδιασμό και την υλοποίηση αρχαιολογικών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο μιας γενικότερης προσπάθειας εξοικείωσης και ευαισθητοποίησης των μαθητών με θέματα ιστορίας και πολιτισμού.
- Απαιτείται ισότιμη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και την υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων πολιτισμού μετά από κατάλληλη κατάρτιση και επιμόρφωσή τους με ειδικά προγράμματα σε θέματα εκπαίδευσης και πολιτισμού, όπου μπορούν να συμβάλλουν τα Παιδαγωγικά Τμήματα και τα Τμήματα Ιστορίας-Αρχαιολογίας των Πανεπιστημίων.
- Για την εφαρμογή ΕΠΠ το ΥΠΕΠΘ πρέπει να διαμορφώσει τις απαραίτητες συνθήκες υλοποίησης τους στις οποίες περιλαμβάνονται θέματα οργάνωσης (ωρολόγιο πρόγραμμα, βιβλιοθήκες, υλικοτεχνική υποδομή κλπ) και συνεργασίας των σχολείων με ειδικούς (αρχαιολόγοι, μουσειοπαιδαγωγοί, μουσειολόγοι).
- Κρίνεται απαραίτητη η εκπαίδευση των αρχαιολόγων σε θέματα παιδαγωγικής και διδακτικής αξιοποίησης του παρελθόντος στο πλαίσιο των προπτυχιακών σπουδών τους. Έτσι το ΥΠΕΠΘ θα μπορούσε να αξιοποιήσει τους αποφοίτους των τμημάτων ιστορίας και αρχαιολογίας για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ΕΠΠ.
- Θα ήταν επίσης σκόπιμο να ιδρυθούν σε μεταπτυχιακό επίπεδο οργανωμένες σπουδές μουσειολογίας-μουσειοπαιδαγωγικής.
- Για τη συστηματική ενασχόληση των μαθητών με το υλικό παρελθόν μέσα από πρωτοβουλίες που θα αναλαμβάνει το σχολείο θα πρέπει το ΥΠΕΠΘ να προσανατολιστεί επίσης στην οργάνωση ειδικών γραφείων - τμημάτων, ανάλογων με αυτά της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
3.2. Ενότητα Ιστορία της Τέχνης:
- Δημιουργία ενός πρότυπου καλλιτεχνικού σχολείου που θα λειτουργήσει αρχικά σε πειραματική μορφή σε μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και θα αξιοποιεί την παγκόσμια εμπειρία με στόχους.
- Επέκταση συμβουλευτικών προγραμμάτων, σεμιναρίων, διαλέξεων που απευθύνονται σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων με στόχο την αποτελεσματικότερη συνεργασία τους με τους μουσειοπαιδαγωγούς, συντονιστές των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
- Ανάπτυξη διαύλων επικοινωνίας των μουσείων πανελλαδικά αλλά και διεθνώς με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειρίας από τη διεξαγωγή των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
- Πληρέστερη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων από τα μουσεία που τα διεξάγουν με στόχο τη βελτίωσή τους και τη δημιουργικότερη προσφορά στο κοινό.
Εισηγητές: Μιλτιάδης Παπανικολάου, Στ. Ανδρέου
Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο προέρχεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Πανελλήνιο Συνέδριο, Έρευνα για την ελληνική εκπαίδευση, 21-23 Σεπτεμβρίου 2000, Περιλήψεις Εισηγήσεων, Αθήνα 2000.
βλ. επίσης
|