Β΄ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
Ενέργεια 3.2β «Έρευνα » Τα ερευνητικά έργα της Ενέργειας 3.2β «Έρευνα» συγχρηματοδοτήθηκαν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης), Β΄ ΚΠΣ (Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, 1997-2000). Το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας ανέλαβε την εποπτεία σαράντα οκτώ ερευνητικών έργων στο πλαίσιο της παραπάνω Ενέργειας. Υπεύθυνος της Ενέργειας 3.2β ήταν ο Kαθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης και Χειριστής ο Δρ. Βασίλης Σβολόπουλος.
Επιστημονικός Υπεύθυνος: Γεώργιος Μπήτρος
Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Η παρούσα έρευνα είχε, μεταξύ πολλών άλλων, τρεις βασικούς σκοπούς. Ο πρώτος ήταν να βρούμε πόσο κοντά φθάνουν στους στόχους τους τα Τμήματα των Ελληνικών Πανεπιστημίων τα οποία ασχολούνται με γνωστικά αντικείμενα που εμπίπτουν στην ευρύτερη περιοχή των Οικονομικών Επιστημών. Αυτός ο σκοπός απαιτούσε να αξιολογήσουμε την αποτελεσματικότητα με την οποίαν κάθε ένα από τα τμήματα εκτελεί το έργο το οποίο του έχει ανατεθεί από την πολιτεία. Ο δεύτερος σκοπός της έρευνας ήταν να κατατάξει τα διάφορα τμήματα σε μια φθίνουσα κλίμακα από τη άποψη της αποτελεσματικότητάς τους, ώστε κάθε ενδιαφερόμενος να γνωρίζει που βρίσκεται το ένα σε σχέση με το άλλο και να μπορεί έτσι να αποφασίζει καλύτερα στα σχετικά θέματα που τον αφορούν. Τέλος, ο τρίτος βασικός σκοπός μας ήταν να δώσουμε το έναυσμα να ξεκινήσει και στη χώρα μας η διαδικασία της αξιολόγησης των πανεπιστημίων η οποία σε πολλές χώρες της Δύσης εφαρμόζεται ήδη από πολλές δεκαετίας, με επωφελή αποτελέσματα τόσο για το πανεπιστήμιο όσο και την κοινωνία γενικότερα.
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης με βάση τις δημοσιεύσεις έδειξαν ότι τα τμήματα τα οποία βρίσκονται στην κορυφή της κατάταξης και των τριών ομάδων τμημάτων ανήκουν στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Ο.Π.Α). Μάλιστα, αναφορικά με το Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Ο.Π.Α, θα πρέπει να επισημανθεί ότι στην παραγωγή δημοσιεύσεων προηγείται με σημαντική διαφορά και στην κατηγορία του και στο σύνολο των τμημάτων που αξιολογήθηκαν.
Ένα άλλο σημαντικό και ταυτόχρονα πολύ ενθαρρυντικό συμπέρασμα είναι ότι μερικά από τα νέα τμήματα περιφερειακών πανεπιστημίων βρίσκονται σχετικά ψηλά στην κατάταξη. Πιο συγκεκριμένα, αξίζει να αναφέρουμε ότι το Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης έρχεται τρίτο σε δημοσιεύσεις και ελάχιστα πιο κάτω από τμήμα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο είναι δεύτερο, ενώ το Τμήμα οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου του Αιγαίου καταλαμβάνει μια θέση στο μέσο της κατάταξης των εννέα τμημάτων στην κατηγορία του.
Η κατάταξη των αξιολογούμενων τμημάτων με βάση τη μεταβλητή του εκπαιδευτικού έργου έδειξε ότι προηγούνται τα τμήματα με πολλούς φοιτητές. Αυτή η διαπίστωση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είναι το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων που κατευθύνει τους φοιτητές σ' αυτά τα τμήματα, μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η ευθύνη για την υστέρηση που παρουσιάζουν αυτά τα τμήματα στην έρευνα, και ενδεχομένως στην ποιότητα της εκπαίδευσης, βαρύνει μεν την πολιτική των τμημάτων αλλά και την πολιτεία.
Επιπλέον, αντίθετα από ό,τι περιμέναμε, στα πολυπληθή τμήματα τα μέλη Δ.Ε.Π δεν αφιερώνουν μεγαλύτερο χρόνο στην διοίκηση απ' ότι τα μέλη Δ.Ε.Π σε λιγότερο πολυπληθή τμήματα. Αυτή η διαπίστωση, από κοινού με το αποτέλεσμα ότι τα πολυπληθή τμήματα υστερούν στην έρευνα μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η περαιτέρω διερεύνηση της σχέσης μεταξύ αριθμού φοιτητών, αριθμού μελών Δ.Ε.Π, και αποτελεσματικής διοίκησης των τμημάτων στο πλαίσιο του Ελληνικού πανεπιστημίου είναι ζήτημα πρώτης προτεραιότητας.
Τα αποτελέσματα από την επεξεργασία στην οποία υποβάλλαμε τις απαντήσεις που μας έδωσαν οι απόφοιτοι των τμημάτων και οι εργοδότες τους μας οδήγησαν σε τρεις διαπιστώσεις. Η πρώτη είναι ότι τα Τμήματα Διοίκησης Επιχειρήσεων αξιολογούνται με σημαντικά θετικότερο βαθμό από τα Τμήματα Οικονομικών Επιστημών. Αυτή αναμενόταν γιατί στα οικονομικά τμήματα η εκπαίδευση είναι πιο γενική, και συνεπώς πιο απόμακρη από την αγορά εργασίας. Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις του δείγματος λαμβάνουν υπόψη το Πανεπιστήμιο προέλευσης του τίτλου σπουδών του προσωπικού που προσλαμβάνουν. Αυτό σημαίνει ότι οι εργοδότες επιχειρηματίες ακολουθούν ορθολογικά κριτήρια στην επιλογή του προσωπικού τους, κάτι που αυξάνει την σημασία αξιολογήσεων όπως η παρούσα. Τέλος, όπως στο στάδιο της αξιολόγησης βάσει του επιστημονικού έργου των μελών ΔΕΠ, έτσι και στο στάδιο της αξιολόγησης από την πλευρά της αγοράς, το Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Ο.Π.Α συνεχίζει να βρίσκεται στην κορυφή των Τμημάτων Οικονομικής Επιστήμης της χώρας μας.
Εν κατακλείδι, παρά τις οποιεσδήποτε επιφυλάξεις που είναι δυνατόν να προβληθούν, τόσο ως προς το υπόδειγμα το οποίο υιοθετήσαμε, όσο και ως προς τα δεδομένα τα οποία χρησιμοποιήσαμε στους υπολογισμούς μας, τα αποτελέσματα χαρακτηρίζονται από σημαντική ευρωστία. Αυτό σημαίνει ότι εμείς ως ερευνητές δεν θα περιμέναμε να αλλάξουν ακόμη και κάτω από σημαντικές αλλαγές των υποθέσεων και των δεδομένων από τα οποία απορρέουν. Ως εκ τούτου, τους έχουμε εμπιστοσύνη και αισθανόμαστε δικαιωμένοι για τις προσπάθειες στις οποίες υποβληθήκαμε για να ανταποκριθούμε.
Ενδεικτικά μέτρα πολιτικής
Για να ενισχυθεί η ερευνητική προσπάθεια και επιτυχία του Ελληνικού δημοσίου Πανεπιστημίου απαιτούνται, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της προηγηθείσας έρευνας αλλά και τις πρακτικές που χρησιμοποιούνται διεθνώς, να ληφθούν μέτρα όπως:
α) Να δοθεί ως κίνητρο χρηματική ανταμοιβή ανά δημοσιευμένο άρθρο, βιβλίο ή άλλη δημοσίευση (π.χ. σχόλια ή αντιρρήσεις) που θα λάβει χώρα σε διεθνές αναγνωρισμένο περιοδικό ή εκδοτικό οίκο του σχετικού επιστημονικού κλάδου.
β) Να βραβεύονται με ειδική διάκριση από κάθε πανεπιστήμιο τα μέλη Δ.Ε.Π. που θα περνούν π.χ. κατά 30% τον μέσο όρο των ετήσιων δημοσιεύσεων που επιτυγχάνονται από όλα τα μέλη του πανεπιστημίου.
γ) Τα ίδια με τα (α) και (β) πιο πάνω να γίνουν επίσης για τα μέλη Δ.Ε.Π που διακρίνονται για τη διδακτική τους απόδοση μέσα από μηχανισμούς αντικειμενικής αξιολόγησης.
δ) Να ενισχυθεί η ερευνητική προσπάθεια διαθέτοντας έναν αριθμό βοηθών και γραμματέων σε κάθε τμήμα που θα βοηθούν στην ερευνητική προσπάθεια των μελών Δ.Ε.Π. (μια γραμματέας/βοηθός ανά τρία μέλη Δ.Ε.Π. θεωρείται ως επαρκής βοήθεια).
ε) Το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα να αναλάβει το κόστος της ερευνητικής διαδικασίας που περιλαμβάνει την αγορά βιβλίων, αναζήτηση και φωτοτυπία άρθρων, συλλογή πληροφοριών και επεξεργασία τους, κλπ.
στ) Να καλύπτεται όλο το κόστος της συμμετοχής των μελών Δ.Ε.Π. στα διεθνή συνέδρια και ειδικότερα όταν είναι προεδρεύοντα μέλη σε συνεδριάσεις ή έχουν να κάνουν ανακοίνωση ή είναι σχολιαστές κάποιας ανακοίνωσης ή παρακολουθούν ειδική επί θέματος συζήτηση (a round table discussion).
ζ) Να γίνει ένα όργανο αξιολόγησης και κατάταξης των Πανεπιστημίων βάσει της ερευνητικής τους επιτυχίας όπως είναι το Higher Education Funding στη Μ. Βρετανία και όπως με το νόμο του 1992 (άρθρο 24) είχε σχεδιασθεί να γίνει. Οι κατατάξεις δε αυτές να γίνουν μηχανισμοί ανακατανομής των πόρων που χορηγούνται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έτσι ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος.
Εισηγητής: Γεώργιος Μπήτρος
Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο προέρχεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Πανελλήνιο Συνέδριο, Έρευνα για την ελληνική εκπαίδευση, 21-23 Σεπτεμβρίου 2000, Περιλήψεις Εισηγήσεων, Αθήνα 2000.
βλ. επίσης
|