εκτύπωση σελίδας
 
Κοινωνική παραγωγή και αναπαραγωγή της βίας στο σχολικό χώρο. Εμπλοκή μαθητών σε βιαιότητες και σχολικές αντι-δράσεις (Δ. Χαραλάμπης)

Β΄ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ

Ενέργεια 3.2β «Έρευνα »
Τα ερευνητικά έργα της Ενέργειας 3.2β «Έρευνα» συγχρηματοδοτήθηκαν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης), Β΄ ΚΠΣ (Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, 1997-2000). Το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας ανέλαβε την εποπτεία σαράντα οκτώ ερευνητικών έργων στο πλαίσιο της παραπάνω Ενέργειας. Υπεύθυνος της Ενέργειας 3.2β ήταν ο Kαθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης και Χειριστής  ο Δρ. Βασίλης Σβολόπουλος.

Επιστημονικός Υπεύθυνος: Δ. Χαραλάμπης

Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών

ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟΥ  ΕΡΓΟΥ

Η εμφάνιση φαινομένων βίας και η αξιολόγησή τους από μαθητές και διδάσκοντες παραπέμπει στο κυρίαρχο αξιακό σύστημα της ελληνικής κοινωνίας που προσδιορίζει και καθορίζει τις επιμέρους εκφράσεις άσκησης πολιτικής προς την κατεύθυνση της διατήρησης της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής ανάπτυξης, όπως είναι η χάραξη και η άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής. 

Η μελέτη της βίας είναι αδιανόητη χωρίς αναφορά σ' ένα θεωρητικό πλαίσιο συλλογισμών που θα μπορούσαν να συγκροτήσουν το θεωρητικό υπόβαθρο μιας σχετικής ερευνητικής πρότασης.

Ο ένας άξονας του θεωρητικού προβληματισμού μας για τη  μελέτη των φαινομένων βίας στον σχολικό χώρο περιστρέφεται γύρω από το διαπραγματευμένο χαρακτήρα των σχετικών συμπεριφορών. H εννοιολόγηση της βίας  είναι στενά συνδεδεμένη με το συγκεκριμένο κοινωνικοϊστορικό  και πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο εμφανίζεται και από το οποίο προσδιορίζεται. Οι ορισμοί της βίαιας συμπεριφοράς ποικίλουν ανάλογα με την επίσημη κοινωνική αντίδραση απέναντι σε συγκεκριμένες συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται από το ισχύον δικαιϊκό σύστημα ως αξιόποινες ή δεοντολογικά απορριπτέες.

Ο δεύτερος άξονας του προβληματισμού μας που απορρέει από την ιδιαιτερότητα του θέματος της βίας και ο οποίος σχετίζεται με την εξουσιαστική και εξαναγκαστική δυνατότητα επιβολής ποινής ή “τιμωρίας”.

Αναπόσπαστο τμήμα του υπό διερεύνηση ζητήματος είναι η παράλληλη εξέταση της κοινωνικής αναπαράστασης της βίας στο σχολικό χώρο από τα υποκείμενα της έρευνας, δηλαδή, εκπαιδευτικούς και μαθητές, με βασική υπόθεση εργασίας ότι η κοινωνική αναπαράσταση της βίας διαφέρει ανάμεσα στις δύο αυτές ομάδες πληθυσμού.

Στο πλαίσιο του έργου επιχειρήθηκαν έρευνες πεδίου σε εθνικό επίπεδο για τη καταγραφή της τρέχουσας σχολικής πραγματικότητας στη χώρα μας και την εμπειρική διερεύνηση των συναφών με το θέμα θεωρητικών προβληματισμών όπως:

α) Σε σχέση με τα “υποκείμενα” της βίας, η βία μεταξύ καθηγητών και μαθητών, η βία μεταξύ μαθητών, η βία μεταξύ μαθητών και εξωσχολικών, η βία ανάμεσα σε καθηγητές και εξωσχολικούς.
β) Σε σχέση με τις μορφές της βίας, η βία λεκτικών εκφράσεων, η βία κινήσεων, η βία εκφράσεων.
γ) Σε σχέση με τον τόπο, η βία στην τάξη, στο χώρο του σχολείου, στο γραφείο των καθηγητών, στο δρόμο από /προς στο σχολείο.
δ) Σε σχέση με τη διαντίδραση σχέσεων, η βία ανάμεσα σε δύο, ή ανάμεσα σε πολλούς.
ε) Σε σχέση με την “περιρρέουσα” ατμόσφαιρα, η βία “των δρόμων”.
Επίσης διερευνήθηκαν θέματα όπως:

  • Η βία και η επιθετικότητα ως μορφή επικοινωνίας ανάμεσα στους μαθητές.
  • Η βία ως πειθαρχία, από το διδάσκοντα ή το σχολείο.
  • Η βία ως ένδειξη ιεραρχικής εξουσίας/υποταγής.
  • Η βία ως απόδειξη “ενηλικίωσης”.
  • Η βία ως σημάδι σύγκρουσης γενεών και αντιλήψεων.
  • Η βία ως παιχνίδι, ως πρόκληση, ως αμφισβήτηση, ως αντίσταση.
  • Η βία ως αίσθηση κοινωνικής υπεροχής.
  • Η βία ως εκτόνωση, ως αποστέρηση, ως αδιέξοδο.

Η παρουσίαση των ερευνητικών δεδομένων για ζητήματα που σχετίζονται άμεσα με την εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί:

1) ένα τεκμήριο όσον αφορά τον τρόπο ερμηνείας τους,
2) ένα εφόδιο για άλλες ερμηνείες και συμπεράσματα με την βοήθεια και των θεωρητικών μέσων που θα αναδειχθούν μέσα από τη συνεχιζόμενη σε βάθος ανάλυση των δεδομένων του έργου,
3) σημείο ελέγχου αυτών των θεωρητικών μέσων, 
4) ένα σημαντικό ερέθισμα για περαιτέρω αναζητήσεις.

Η εμπειρική διερεύνηση των προαναφερόμενων επιστημονικών ισχυρισμών και υποθέσεων στόχευσε:
α) στην κατανόηση και ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν την εμφάνιση βίας στο σχολικό χώρο 
β) στην εξέταση της αποτελεσματικότητας των μέσων και μέτρων αντιμετώπισής τους και
γ) στη διατύπωση συμπερασμάτων με τρόπο επιστημονικό και εμπειρικά τεκμηριωμένο προς την κατεύθυνση  άσκησης πολιτικής.

Τα συμπεράσματα του έργου φιλοδοξούν:
α) να στρέψουν την προσοχή των αρμοδίων στη δημόσια θεματοποίηση της βίας ιδιαίτερα των νέων 
β) να αποστρέψουν την προσοχή από  μια σχεδόν υστερική συζήτηση γύρω από το θέμα που παραβλέπει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και προκαλεί μια γενικευμένη καχυποψία για κάθε “ασυνήθιστη” νεανική συμπεριφορά  ή που θεωρεί κάθε ομάδα νέων ως πιθανή “συμμορία” 
γ) να  αναδείξουν την ποιοτική μετεξέλιξη των φαινομένων βίας  και το κοινωνικό κενό που χαρακτηρίζει  τη μετάβαση από την εκπαίδευση στην παραγωγική διαδικασία που αποτελεί τη βάση για μια “μασκαρεμένη ανυπακοή στους νόμους” και τη “διάθεση για βία”.

Το παρόν εγχείρημα εντάσσεται στις ερευνητικές δράσεις του ΕΠΕΑΕΚ/ΚΠΣ και  παρά τον κυρίαρχο προσανατολισμό του έργου προς τη κατεύθυνση της διενέργειας βασικών ερευνών πεδίου συνδυάζει και τον εφαρμοσμένο χαρακτήρα της αξιολόγησης και αποτίμησης των συναφών στρατηγικών όρων άσκησης πολιτικής καθώς και των προτάσεων αναθεώρησης ή χάραξης νέων μέτρων ή επιμέρους και γενικότερων  δράσεων.

Εισηγητές-Ομάδα Έργου: Καθ. Δ. Χαραλάμπης, Ι. Τσίγκανου, Κ. Δασκαλάκη, Π. Παπαδοπούλου, Ε. Τσακίρη, Δ. Τσαμπαρλή

Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο προέρχεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Πανελλήνιο Συνέδριο, Έρευνα για την ελληνική εκπαίδευση, 21-23 Σεπτεμβρίου 2000, Περιλήψεις Εισηγήσεων, Αθήνα 2000.

 

βλ. επίσης

Αρχή Σελίδας